''Ο συμπολίτης Μπεντρεντίν''
Γράφει ο Βασίλης Βαφειάδης, εικαστικός, πολίτης των Σερρών 

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ  2014















 

    Σαν σήμερα πριν 507 χρόνια, στην παλιά αγορά των Σερρών, δίπλα σένα μαγαζί,
 ίσως σιδεράδικο, κρεμάσαν οι Οθωμανικές αρχές  τον Σεΐχη Μπεντρεντίν.
Τις μέρες αυτές στην πόλη μας προκλήθηκε ένας ιδιότυπος διάλογος-αντιπαράθεση, με αφορμή την πρόθεση του Δήμου να τοποθετήσει σε μια γωνιά της πλατείας Ελευθερίας, στήλη με επιγραφή που θα έγραφε φαντάζομαι περίπου τα εξής:
''Στη Σέρρες στις 18 Δεκεμβρίου του 1416 μετά από διαταγή του Σουλτάνου Μεχμέτ Τσελεμπί απαγχονίστηκε για τις ιδέες του ο κοινωνικός επαναστάτης Μπεντρεντίν''.
Επειδή είμαι από αυτούς που δεν πιστεύουν ότι η ιστορία πρέπει να χρησιμοποιείται για να διαιωνίζονται οι πληγές των λαών.
Επειδή επανειλημμένα δημοσιοποίησα τις απόψεις μου, τόσο για τα Οθωμανικά Μνημεία, όσο και για το θέμα του Μπεντρεντίν, θα ήθελα να  τονίσω τα εξής:
-Οι προσφυγικοί σύλλογοι που έχουν πολύ μεγάλη προσφορά στον τοπικό μας πολιτισμό, εμπλουτίζοντας τον με την πλούσια παράδοση των πράγματι αλησμόνητων πατρίδων, βιάστηκαν πολύ να βγάλουν συμπεράσματα και φοβάμαι ότι εκτίθενται.
-Ορισμένοι εκπρόσωποι της αγοράς επίσης εκτίθενται, όταν από τη μια μεριά διαβεβαιώνουν για τη συμπαράστασή τους στις ενέργειες αξιοποίησης των ιστορικών τεκμηρίων της Οθωμανικής περιόδου και από την άλλη ''αδειάζουν'' τον Δήμαρχο.
-Ο Δήμαρχος και το Δημοτικό συμβούλιο είναι τα μόνα θεσμικά όργανα που εκφράζουν το σύνολο των Δημοτών και κανένας δεν δικαιούται να τα υποκαθιστά, να τα απειλεί ή να τα εκβιάζει.
-Ο διάλογος για να είναι πραγματικός πρέπει να γίνεται με ψυχραιμία, χωρίς ταμπού, προκαταλήψεις και προσβλητικές εκφράσεις σε σχέση με τον πατριωτισμό του ενός ή του άλλου.
Ακόμη πιστεύω ότι, το συγκεκριμένο θέμα δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί από κανέναν με τρόπο που να εμπλέκει θέματα εξωτερικής πολιτικής ή αμοιβαιοτήτων, αλλά να μείνει στο επίπεδο εκείνων των ενεργειών της Αυτοδιοίκησης, που συμβάλουν στην οικοδόμηση σχέσεων φιλίας με τους γειτονικούς λαούς.
Για μένα η τοποθέτηση της επιγραφής αποτελεί μονομερή υποχρέωσή μας απέναντι στην ιστορία, ανεξάρτητα από τα πιθανά οφέλη που θα προκύψουν για την τοπική αγορά.
Δεν θα ήθελα αυτή τη στιγμή να τοποθετηθώ αναλυτικότερα στο θέμα.
Εκμεταλλευόμενος την επέτειο της σημερινής ημέρας και έχοντας μελετήσει αρκετά την ιστορία του σεΐχη Μπεντρεντίν, προτιμώ να γράψω για το πως φαντάζομαι ότι θα ήταν μια επιστολή του προς τους Σερραίους ,αν αυτό θα μπορούσε να συμβεί!
Έτσι, έστω κατά φαντασία, τον ανακαλούμε στη μνήμη μας  και τον δεχόμαστε στο δημοκρατικό ελπίζω διάλογό μας!
Θα μας έγραφε λοιπόν ο Μπεντρεντίν:
Αγαπητοί συνάνθρωποι,
Συμπολίτισσες ,συμπολίτες,
Σας χαιρετώ από καρδιάς.
Γνωρίζω ότι ίσως υπερβάλω με κάποιο τρόπο όταν σας προσφωνώ συμπολίτες,.. ακούγεται πράγματι υπερβολικό, αφού στην πόλη σας δεν έζησα ποτέ...ή μάλλον έζησα ελάχιστες μέρες πριν πεθάνω.
Είναι αλήθεια ότι δεν πρόλαβα να χαρώ έστω και στο ελάχιστο τις ομορφιές της, τα βυζαντινά της τείχη, τους κήπους, τα νερά, τους ωραίους ανθρώπους της.
Παίρνω το θάρρος όμως, γιατί έμεινα εδώ μετά την 18η Δεκεμβρίου του 1416, ημέρα εκτέλεσής μου, για 507 περίπου χρόνια.
Εδώ στην καρδιά της αγοράς των Σερρών αναπαύθηκε η ταραγμένη από τους άγριους καιρούς ψυχή μου, κοντά στ'αδέλφια μου τους Χριστιανούς, τους Εβραίους, τους Μουσουλμάνους.
Ότι απέμεινε από το σώμα μου το 1923 μεταφέρθηκε από φίλους μου στα χώματα της Πόλης.
Υπήρξα επομένως με τον τρόπο μου συμπολίτης σας, σιωπηλός μάρτυρας των ένδοξων μα και των τραγικών στιγμών της πόλης.
Σιωπηλός μάρτυρας της ειρηνικής συμβίωσης των απλών ανθρώπων της, αλλά και του κατατρεγμού τους από την κάθε μορφής εξουσία.
Δεν είχα σκοπό να σας απευθύνω επιστολή.
Ζείτε τους δικούς σας καιρούς, τα δικά σας βάσανα.
Ματώνω όμως στη σκέψη ότι, έστω και άθελά μου, μπορεί να σας προκαλώ πρόσθετα προβλήματα.
Έφτασαν και σε μένα τα νέα για τις διαστάσεις που πήρε το θέμα της τοποθέτησης επιγραφής ή τιμητικής στήλης στο χώρο που μαρτύρησα.
Αλίμονο αδέλφια, ποτέ δεν επιζήτησα τιμές και δόξα, ποτέ δε διεκδίκησα σπιθαμή γης, ούτε μνημεία, ούτε πλούτη, ούτε καν τη μοναδικότητα στην αλήθεια και την πίστη.
Αν ο τόπος που γεννιόμαστε είναι τόσο σημαντικός για  όλους μας, ώστε να τον μνημονεύουμε πάντα, το ίδιο είναι και ο τόπος που ζούμε τη ζωή μας, αλλά και αυτός που μας δέχεται μετά το θάνατό μας.
Αυτούς που είχαν την πρωτοβουλία να με τιμήσουν με μια απλή υπόμνηση ότι υπήρξα, έζησα, έδρασα  και πέθανα για ιδέες διαχρονικές και πανανθρώπινες θέλω να τους ευχαριστήσω ταπεινά.
Για όσους διαφωνούν και διαμαρτύρονται επιθυμώ να εκφράσω την κατανόησή μου και το σεβασμό στη διαφορετική τους στάση.
Αν μου επιτρέπουν βέβαια, θα τους παρακαλούσα, στην προσπάθειά τους για επικράτηση της άρνησής τους να μη χρησιμοποιούν περιγραφές,χαρακτηρισμούς και επιχειρήματα που προσβάλουν τις ιδέες και την προσωπικότητά μου.
Κυρίως όμως δεν θα ήθελα με τον τρόπο αυτό να προσβάλουν όλους αυτούς που αγωνίσθηκαν και έχασαν τη ζωή τους για τις ίδιες ιδέες.
Δίδαξα την ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων και των θρησκειών,τον αλληλοσεβασμό και την  ανοχή στη διαφορετικότητα.
Τη μνήμη μου επιθυμώ να τη διαχειρίζονται οι ελεύθεροι πολίτες ,στη ζυγαριά να μη μπαίνει και στο παζάρι των κρατών και των λογής - λογής εξουσιών............................
Δεν θέλω να σας κουράσω με θεολογικές, φιλοσοφικές ή άλλες αναλύσεις.
Συνήθως οι μεγάλες αλήθειες περικλείονται σε λίγες μόνο φράσεις.
''Αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν'',''εν οίδα ότι ουδέν οίδα''...................................
Θυμίζω ότι, μεταφέροντας το δικό μου λόγο, ο άξιος μαθητής και συναγωνιστής μου Μουσταφά, δίδασκε ότι, ''Εγώ τον σον οίκον ως εμόν, συ δε τον εμόν ως σον, πλην του θηλέους μέρους'' .......''ουκ έστι άλλως σωθήναι των απάντων ειμή εν τη ομονοία της πίστεως των Χριστιανών'' καθώς και σε σημερινά απλά Ελληνικά, «όποιος από τους Τούρκους πει ότι οι Χριστιανοί δεν είναι θεοσεβούμενοι , διαπράττει ασέβεια . Κάθε Τούρκος όταν συναντάει έναν χριστιανό , οφείλει να τον φιλοξενεί και να τον τιμά σαν άγγελο του Αλλάχ».
Σε αυτές τις απλές διαχρονικές και οικουμενικές αλήθειες στήριξα την πίστη και τον αγώνα μου.
Δυστυχώς στις σκληρές εκείνες συνθήκες η αντίσταση των καταπιεσμένων υπήρξε αναγκαστικά ένοπλη και η καταστολή της πολύ αιματηρή.
Αυτό τον αγώνα συνέχισαν πολλοί ,όπως αργότερα ο Ρήγας Φεραίος που είχε την ίδια τύχη με μένα. Μη ξεχνάτε τα λόγια του μεγάλου αυτού αγωνιστή.
«Στην πίστη του ο καθένας, ελεύθερος να ζη, στην δόξαν του πολέμου, να τρέξουμε μαζύ, Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένοι και Ρωμιοί, Αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή. Για την ελευθερίαν, να ζώσουμε σπαθί. Να σφάξωμεν τους λύκους, που στον ζυγόν βαστούν, και Χριστιανούς, και Τούρκους, σκληρά τους τυραννούν».
Αδέλφια,
Γνώρισα τους διαφορετικούς λαούς της εποχής μου, τους ξεχωριστούς πολιτισμούς, τις θρησκείες, μελέτησα τις γραφές, είδα τη δυστυχία, την τυραννία, τη φτώχεια και τον πλούτο.
Αφιέρωσα τη ζωή μου σε αξίες παντοτινές, πανανθρώπινες, παγκόσμιες.
Δεν διεκδίκησα εξουσία, δεν ταυτίστηκα με εξουσία, δεν φοβήθηκα εξουσία.
Ορκίστηκα στο όνομα της αδελφοσύνης, της δικαιοσύνης, της ισότητας.
 Πίστεψα στη δυνατότητα των ανθρώπων να συνυπάρχουν ειρηνικά, ανεξαρτήτως καταγωγής,  φυλής και θρησκείας.
Ελπίζω ότι υπήρξα εκφραστής των καταπιεσμένων,των διωκόμενων, των πόθων όλων όσων ζητούσαν στοιχειώδη αξιοπρέπεια και σεβασμό.
Το κίνημά μας ένωσε χιλιάδες Ρωμιούς,Εβραίους,Αρμένιους,Σλάβους και Τούρκους.
Δεν στραφήκαμε ενάντια σε κανένα λαό, σε καμιά από το λαό ορισμένη εξουσία.
Κυνηγημένος μετά τη σφαγή των συναγωνιστών μου βρέθηκα στα Σέρρας.
Εδώ φυλακίστηκα, δικάστηκα, απαγχονίστηκα, τάφηκα.
Εδώ εκφώνησα τον τελευταίο υπερασπιστικό των ιδεών μου λόγο.
Εδώ επιστρέφω συχνά με ευλάβεια και ευγνωμοσύνη για τα 507 χρόνια φιλοξενίας.
Αυτά τα λίγα θέλω να θυμάστε για τον Σείχη Μπεντρεντίν, που γεννήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 1358  στο Αμμόβουνο, κοντά στην Αδριανούπολη.
Τον Σείχη Μπεντρεντίν, γιό του Καδή, με τη μάνα τη Ρωμιά και τη Χριστιανή γυναίκα.
Αυτά τα λίγα ήθελα να σας πω.
Αυτά τα λίγα είναι αρκετά.
Ποτέ δε ζήτησα περισσότερα.